Ένας δυνατός χτύπος, διέκοψε την ησυχία που επικρατούσε.
Στην απέναντι πολυκατοικία ανάβουν φώτα. Κάποιοι βγαίνουν στα μπαλκόνια και προσπαθούν να καταλάβουν τι ήταν αυτό που ακούστηκε. Δεν ήταν το σκουπιδιάρικο. Όχι. Εξάλλου αυτό περνά κάθε βράδυ μεταξύ δυόμιση και τρεις παρά είκοσι.
3:37
Ακούγονται φωνές απ' τη γωνία του τετραγώνου.
- Μη τον κουνάς! Δεν πρέπει!
- Είναι νεκρός; Βοήθεια!
- ΒΟΗΘΕΙΑ! ΕΝΑ ΑΣΘΕΝΟΦΟΡΟ!
"Πρέπει να κατέβω κάτω", σκέφτομαι.
3:39
Ανοίγω την εξώπορτα και βγαίνω δρόμο. Το στομάχι μου έχει γίνει κόμπος. Περπατάω γρήγορα προς το σημείο. Με το που στρίβω στη γωνία, βλέπω γύρω στα 8 άτομα μπροστά να στέκονται μπροστά από ένα αμάξι. Πλησιάζω.
Στην οροφή του αυτοκινήτου βρίσκεται ένα σώμα.
Ο Πέτρος. Πιτσιρικάς γύρω στα 24. Έμενε στη διπλανή πολυκατοικία.
- ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΦΥΓΜΟ.
Ο θάνατος ήταν ακαριαίος.
Στη συμβολή των οδών Νόρμαν και Ειρήνης, στην οροφή ενός πράσινου Starlet, πέντε ορόφους κάτω απ' το παιδικό του δωμάτιο, ο Πέτρος, μας τελείωσε.
- ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΣΦΥΓΜΟ.
Ο θάνατος ήταν ακαριαίος.
Στη συμβολή των οδών Νόρμαν και Ειρήνης, στην οροφή ενός πράσινου Starlet, πέντε ορόφους κάτω απ' το παιδικό του δωμάτιο, ο Πέτρος, μας τελείωσε.
13:04
"... ήταν πολύ καλό παιδί, και οι γονείς του ήταν ήσυχοι άνθρωποι. Δεν το περιμέναμε, είμαστε μια πολύ ήσυχη γειτονια και τέτοια γεγονό.."
Κλείνω την τηλεόραση.
Η κωλόγρια από δίπλα παραμένει αχώνευτη ακόμα και σε τέτοιες στιγμές. Άκου δεν το περιμέναμε!
Στην πραγματικότητα, όλοι γνωρίζαμε ότι η ζωή του Πέτρου ήταν μια μόνιμη ταραχή.
Από μικρός μπλεγμένος σε αλητείες, ξύλα, μικροκλοπές. Πρέπει να ήταν γύρω στα 16 όταν τον είχαν δέσει πρώτη φορά για χόρτο. Τελικά την έβγαλε καθαρή.
Όταν τελείωσε το σχολείο μπήκε στην Ιερατικών Σπουδών στα Γιάννενα. Εκεί έμπλεξε με την πρέζα. Κάναμε ένα χρόνο να τον δούμε στην Αθήνα, αλλά όταν γύρισε δεν ξαναέφυγε. Τον είχαν διώξει απ' το σπίτι γιατί χρωστούσε 7 νοίκια.
Οι γονείς του προσπάθησαν να κρύψουν το πρόβλημα απ' τα αδιάκριτα μάτια της γειτονιάς, αλλά αυτό ήταν ακατόρθωτο. Είχαν γίνει το μόνιμο θέμα συζήτησης, του απογευματινού καφέ στα μπαλκόνια. Κάθε φορά που ο Πέτρος έκανε μια καινούρια μαλακία, λίγες ώρες αρκούσαν, για να φτάσει η είδηση και στην τελευταία κουτσομπόλα καρακάξα.
Σε αυτά τα έξι χρόνια, δύο φορές καθάρισε, δύο ξανακύλησε.
Τους τελευταίους μήνες, η μάνα του, έπασχε απο βαριά κατάθλιψη. Την είχα πετύχει, πριν καμιά εβδομάδα στο σούπερ μάρκετ. Το βλέμμα της, κενό, λες και τα ψυχοφάρμακα είχαν ρουφήξει και την τελευταία σταγόνα ζωής από μέσα της. Ο πατέρας απών, όπως πάντα. Κλασσικό παράδειγμα άβουλου πλάσματος. Έβλεπε καθημερινά το παιδί του να πεθαίνει και δεν έκανε το παραμικρό.
Η κηδεία έγινε τρεις μέρες μετά.
Κανείς δεν έκλαψε. Όλοι κοιτούσαν το φέρετρο βουβοί.
Πιο πίσω, δύο πιτσιρικάδες, παλιοί συμμαθητές του Πέτρου ψιθύριζαν πως ίσως να ήταν καλύτερα και για τον ίδιο, "βασανιζόταν πολύ τελευταία".
Ίσως να 'χαν δίκιο.
Η κηδεία έγινε τρεις μέρες μετά.
Κανείς δεν έκλαψε. Όλοι κοιτούσαν το φέρετρο βουβοί.
Πιο πίσω, δύο πιτσιρικάδες, παλιοί συμμαθητές του Πέτρου ψιθύριζαν πως ίσως να ήταν καλύτερα και για τον ίδιο, "βασανιζόταν πολύ τελευταία".
Ίσως να 'χαν δίκιο.